μυρτίς

μυρτίς
Τραγουδίστρια και λυρική ποιήτρια από την Ανθηδώνα της αρχαίας Βοιωτίας. Λέγεται ότι δίδαξε την τέχνη της στην Κόριννα και στον Πίνδαρο.
* * *
μυρτίς, ἡ (ΑΜ)
ο καρπός τής μύρτου, το μύρτο
2. μυρτίδανον*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρτος + κατάλ. -ίς (πρβλ. μυρρ-ίς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μυρτίς — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μύρτις — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδα — μυρτίς fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδας — μυρτίς fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδες — μυρτίς fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδος — μυρτίς fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρτίδων — Μύρτις fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδων — μυρτίς fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίσι — μυρτίς fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίσιν — μυρτίς fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”